«Ἀνέβη ὁ Θεὸς ἐν ἀλαλαγμῶ, Κύριος ἐν φωνὴ σάλπιγγος»

 Ἀνάληψη εἶναι τὸ τελευταῖο γεγονὸς τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Βεβαίως, στὴ θεία Οἰκονομία ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι ἡ κατακλείδα, γι’αὐτὸ καὶ καλεῖται «τελευταία ἑορτὴ». Ὁ Θεὸς Πατέρας εὐφράνθηκε νὰ δεῖ τὸν ἄνθρωπο ὅπως τὸν εἶχε συλλάβει πρὸ καταβολῆς κόσμου καὶ κατέπεμψε στὴ γῆ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, γιὰ νὰ σφραγίσει ὅτι τὰ διεστῶτα ἑνώθηκαν, «τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ» λύθηκε, συμφιλιώθηκε ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεὸ καὶ στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁ Θεὸς δέχθηκε ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Ἡ λαμπρότητα τῆς ἑορτῆς αὐτῆς εἶναι τόσο μεγάλη, διότι ἀναλαμβανόμενος ὁ Κύριος στὸν Οὐρανὸ ἀνύψωσε στὸν θρόνο τῆς μεγαλωσύνης τοῦ Θεοῦ τὴν ἄμεμπτη καὶ ἄσπιλη ἀνθρώπινη φύση ποὺ δανείστηκε ἀπὸ τὴν Ἁγία Παρθένο, μέσα στὴν ὁποία φανέρωσε τὴν ἀκατάληπτη ἀγάπη τοῦ ἀνάρχου Πατρός.

Άγιος Λουκάς ο Ιατρός, Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας

10 Ιουνίου 2024

Μια από τις δραματικότερες περιόδους της εκκλησιαστικής μας ιστορίας είναι και ο 20ος αιώνας, όπου δοκιμάστηκαν σκληρά πολλές Ορθόδοξες Εκκλησίες από τα μαρξιστικά καθεστώτα. Χιλιάδες κληρικοί όλων των βαθμών καθώς και εκατομμύρια πιστοί διώχτηκαν, βασανίστηκαν και έχασαν τη ζωή τους, με μόνη αιτία ότι πίστευαν στο Θεό και ήταν Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Ένας από αυτούς τους χιλιάδες κληρικούς ήταν και ο άγιος Λουκάς ο Ιατρός, αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας.

Γεννήθηκε το 1877 στο Κέρτς της Κριμαίας και το κοσμικό του όνομα ήταν Βαλεντίν Γιασενέσκι. Ο πατέρας του ήταν παπικός και ορθόδοξη μητέρα του, η οποία τον ανάθρεψε τυπικά ορθόδοξα. Νωρίς είχαν μετακομίσει στο Κίεβο, όπου ο Βαλεντίν σπούδασε ιατρική. Έλαβε το πτυχίο του το 1903 ως οφθαλμίατρος.

Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 9 Ἰουνίου 2024, Κυριακή τοῦ Τυφλοῦ (Πράξ. ις΄ 16-34)

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἐγένετο πορευομένων ἡμῶν τῶν ἀποστόλων εἰς προσευχὴν παιδίσκην τινὰ ἔχουσαν πνεῦμα πύθωνος ἀπαντῆσαι ἡμῖν, ἥτις ἐργασίαν πολλὴν παρεῖχε τοῖς κυρίοις αὐτῆς μαντευομένη. αὕτη κατακολουθήσασα τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ ἔκραζε λέγουσα· οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν, οἵτινες καταγγέλλουσιν ἡμῖν ὁδὸν σωτηρίας. τοῦτο δὲ ἐποίει ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας. διαπονηθεὶς δὲ ὁ Παῦλος καὶ ἐπιστρέψας τῷ πνεύματι εἶπε· παραγγέλλω σοι ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐξελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῆς. καὶ ἐξῆλθεν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ. Ἰδόντες δὲ οἱ κύριοι αὐτῆς ὅτι ἐξῆλθεν ἡ ἐλπὶς τῆς ἐργασίας αὐτῶν, ἐπιλαβόμενοι τὸν Παῦλον καὶ τὸν Σί­λαν εἵλκυσαν εἰς τὴν ἀγορὰν ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, καὶ προσαγαγόντες αὐτοὺς τοῖς στρατηγοῖς εἶπον·

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 9 Ἰουνίου 2024, Κυριακὴ τoῦ Τυφλοῦ (Ἰωάν. θ΄ 1-38)

Καὶ παράγων εἶδεν ἄν­θρω­πον τυφλὸν ἐκ γε­νε­τῆς. 2 καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ραβ­βί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλὸς γεννηθῇ; 3 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γο­νεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἵνα φανε­ρωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θε­οῦ ἐν αὐτῷ. 4 ἐμὲ δεῖ ἐργάζεσθαι τὰ ἔργα τοῦ πέμψαντός με ἕως ἡμέρα ἐστίν· ἔρχεται νὺξ ὅτε οὐδεὶς δύναται ἐργάζεσθαι. 5 ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ὦ, φῶς εἰμι τοῦ κόσμου. 6 ταῦτα εἰπὼν ἔπτυσε χα­-μαὶ καὶ ἐποίησε πηλὸν ἐκ τοῦ πτύσματος, καὶ ἐπέ­χρισε τὸν πηλὸν ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ τυφλοῦ 7 καὶ εἶπεν αὐτῷ·

Χρωστᾶμε μεγαλύτερη τιμὴ στόν ἄλλο, ὅπως ὁ Χριστὸς ἀπέδωσε στήν Ἐκκλησία

 

Στήν εὐαγγελική περικοπή, τῆς Κυριακῆς  τῆς Σαμαρείτιδος, βλέπουμε τήν δίψα τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τήν δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιά τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Διακρίνουμε τὸ μέγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ κενώνεται καὶ κυνηγάει τὸν ἄνθρωπο σὲ ὅλους τοὺς δρόμους τῆς ζωῆς του καὶ τὸ μέγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἀπὸ τὴν ἐσχάτη πτώση, μπορεῖ, ὅταν συνεργήσει μέ τὸν Θεό, νά ἀνέβει σὲ ὕψη ἀγγελικά.

«Ἐγὼ τῷ διψώντι δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς δωρεὰν»

 Κατὰ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ γευόμαστε σὲ κάποιο βαθμὸ τὴ νέκρωση τοῦ Χριστοῦ. Στὴ μέση αὐτῆς τῆς περιόδου, ἡ Ἐκκλησία ἔχει θεσπίσει τὴν προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὥστε νὰ τονώσει τὴν ἔμπνευση καὶ νὰ μᾶς ἐνισχύσει στὸν ἀγώνα νὰ προευπρεπίσουμε τὶς ψυχές μας, γιὰ νὰ εἰσέλθουμε στὴ ζωοποιὸ παρουσία τοῦ ἀναστάντος Κυρίου. Μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι διὰ Σταυροῦ ἡ χαρὰ καὶ ἡ Ἀνάσταση εἰσῆλθαν στὸν κόσμο.

Στὴ μέση της περιόδου τοῦ Πεντηκοσταρίου, ἑορτάζουμε τὴ Μεσοπεντηκοστή, ποὺ ἀναδαυλίζει τὴ δίψα γιὰ τὸ Φῶς τοῦ Παρακλήτου, καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο μᾶς ἐνισχύει νὰ προσκαρτερήσουμε μὲ προσευχὴ καὶ ὁλοένα αὐξανόμενο πόθο, «ἕως οὐ ἐνδυθῶμεν δύναμιν ἐξ ὕψους». Ἡ Μεσοπεντηκοστὴ ἀποτελεῖ τὸ προοίμιο τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς, ὅταν ὁ Κύριος θὰ χορτάσει τὴν πείνα τῆς ψυχῆς μας, «ἐν τῷ ὀφθῆναι ἡμῖν τὴν δόξαν Αὐτοῦ».