Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 22 Ἰουνίου 2025, Κυριακὴ Β΄ Ματθαίου (Ματθ. δ΄ 18-23)
Tῷ καιρῷ ἐκείνῳ, περιπατῶν ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίµωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀµφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς· καὶ λέγει αὐτοῖς· δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν, καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. Τὸ μεγαλύτερο προτέρημα
Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς θείας Λειτουργίας μᾶς μεταφέρει στὴν ἀρχὴ τῆς δημόσιας δράσεως τοῦ Κυρίου. Ὁ Χριστὸς συγκροτεῖ τὴν ὁμάδα τῶν πρώτων Μαθητῶν του. Ἐπιλέγει αὐτοὺς ποὺ θὰ ζήσουν κοντά Του, θὰ δοῦν τὰ θαύματά του, θὰ διδαχθοῦν τὶς θεῖες ἀλήθειες του καὶ κατόπιν θὰ ἀναλάβουν τὴ μεγάλη ἀποστολὴ νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη, νὰ γίνουν οἱ στύλοι τῆς Ἐκκλησίας του. Κάνει, ὡστόσο, ἐντύπωση ὅτι γιὰ τὸν μεγάλο αὐτὸ σκοπὸ ἐπιλέγει ψαράδες· ἀνθρώπους ἄσημους, ἀγράμματους, φτωχούς. Γιατί, ἀλήθεια, δὲν ἐπέλεξε Φαρισαίους, γνῶστες τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ; Γιατί δὲν ἀναζήτησε τοὺς Μαθητές του στὰ βασιλικὰ ἀνάκτορα ἢ στὶς ραββινικὲς σχολὲς τῆς ἐποχῆς, ἀλλὰ «παρὰ τὴν θάλασσαν»;
Εἶναι ἀσφαλῶς ἐντυπωσιακὴ ἡ ἐπιλογὴ τοῦ Κυρίου. Βεβαιώνει ὅμως ἔτσι ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν στηρίζεται στὶς κοσμικὲς ἱκανότητες τῶν μελῶν καὶ τῶν ἡγετῶν της. Τὸ ἔργο της δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ σοφία τοῦ μυαλοῦ, τὴ θεωρητικὴ γνώση τῶν Γραφῶν ἢ τὴν οἰκονομικὴ δύναμη. Αὐτὰ μποροῦν κάποτε νὰ βλάψουν τὴν Ἐκκλησία. Ἡ δύναμή της δὲν εἶναι ἀνθρώπινη, ἀλλὰ θεϊκή. Τὸ ἔργο της τὸ ἐπιτελεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Καὶ μπορεῖ τὸ ἴδιο εὔκολα νὰ τὸ ἐπιτελέσει καὶ μὲ ἁπλοὺς ψαράδες, ἀνθρώπους ἄσημους καὶ ἀνίκανους στὰ μάτια τῶν πολλῶν. Αὐτὸ ποὺ τελικὰ ἔχει ἀξία γιὰ τὸν Κύριο δὲν εἶναι ἡ ἀνθρώπινη δύναμη, ἀλλὰ τὸ ταπεινὸ φρόνημα. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλύτερο προτέρημα· διότι οἱ ταπεινοὶ ἄνθρωποι ἑλκύουν τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ.
2. Χωρὶς ἀναβολὴ
Ὁ Κύριος, λοιπόν, εἶδε δύο ἀδελφούς, τὸν Σίμωνα καὶ τὸν Ἀνδρέα, νὰ ρίχνουν τὰ δίχτυα τους στὴ θάλασσα καὶ τοὺς κάλεσε κοντά Του. «Ἀκολουθῆστε με, καὶ θὰ σᾶς κάνω ἱκανοὺς νὰ ἁλιεύετε ἀνθρώπους», τοὺς εἶπε. «Οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ». Ἀμέσως, χωρὶς ἀναβολὴ ἄφησαν τὰ δίχτυα τους καὶ Τὸν ἀκολούθησαν. Λίγο πιὸ πέρα εἶδε δύο ἄλλους ἀδελφούς, τὸν ‘Ιάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, νὰ ἑτοιμάζουν τὰ δίχτυα μαζὶ μὲ τὸν πατέρα τους καὶ τοὺς κάλεσε νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν. Καὶ ἐκεῖνοι «εὐθέως», τὴν ἴδια στιγμή, ἄφησαν τὸ πλοῖο καὶ τὸν πατέρα τους καὶ ἀκολούθησαν τὸν Χριστό.
Δύο φορὲς ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς προτάσσει τὴ λέξη «εὐθέως», γιὰ νὰ τονίσει τὴν ἄμεση ἀνταπόκριση τῶν ταπεινῶν αὐτῶν ψαράδων. «Καὶ γὰρ ἐν μέσοις τοῖς ἔργοις ὄντες… οὐκ ἀνεβάλοντο» (PG 57, 219), σχολιάζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Παρόλο ποὺ ἦταν στὴ μέση τῆς ἐργασίας τους, δὲν ἀνέβαλαν. Οὔτε εἶπαν: «Δῶσε μας λίγο χρόνο, νὰ τὸ συζητήσουμε μὲ τοὺς οἰκείους μας». Ἀλλὰ ἄφησαν ὅ,τι εἶχαν καὶ ἀκολούθησαν τὸν Χριστό.
Βέβαια, τὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα, στὸ ὁποῖο τοὺς καλοῦσε ὁ Κύριος, εἶναι ξεχωριστὸ καὶ ἀνεπανάληπτο μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἀντίστοιχα ὅμως καλεῖ καὶ τὸν καθένα μας ὁ Χριστὸς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε· νὰ πορευθοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ θεῖο θέλημά του· νὰ στοιχοῦμε πρὸς τὶς ἅγιες ἐντολές του· ν’ ἀφήσουμε τὸν ρυπαρὸ κόσμο καὶ τὰ πάθη μας καὶ νὰ πάρουμε τὴν ἀπόφαση νὰ ζοῦμε γιὰ Ἐκεῖνον. Ἂς ἔχουμε τὴν προθυμία, ποὺ εἶχαν οἱ πρῶτοι ἐκεῖνοι Μαθητές. Ἂς ἀποδεχόμαστε χωρὶς ἀναβολὴ κάθε κλήση ποὺ μᾶς ἀπευθύνει ὁ Κύριος, ὥστε νὰ εἴμαστε πιστοὶ ἀκόλουθοί του στὴν παρούσα ζωὴ καὶ στὴν αἰωνιότητα.
3. Ἡ πιὸ χαρμόσυνη εἴδηση
Ἀφοῦ ὁ Κύριος συγκρότησε τὸν πυρήνα τῶν μελλοντικῶν Ἀποστόλων του, ξεκίνησε νὰ περιοδεύει στὴ Γαλιλαία διδάσκοντας στὶς συναγωγὲς καὶ «κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας»· διδάσκοντας, δηλαδή, τὴ χαρμόσυνη εἴδηση ὅτι ἔφθασε ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου, τὸ θεῖο Πάθος καὶ τὴν Ἀνάστασή του, ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ἐπὶ αἰῶνες ἦταν αἰχμάλωτος τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου, μπορεῖ πλέον νὰ σωθεῖ ἀπὸ τὴ δυναστεία τοῦ διαβόλου, νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ δεσμά του καὶ νὰ ἐπιστρέψει στὸν Θεό· νὰ ἑνωθεῖ μαζί Του καὶ νὰ ἀπολαύσει τὴ Βασιλεία του.
Ἡ Βασιλεία αὐτὴ δὲν εἶναι γεγονὸς μόνο τοῦ μέλλοντος, προσδοκώμενο. Ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ γῆ μὲ τὴν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἐπὶ γῆς Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Στὸν ἱερὸ χῶρο της οἱ πιστοὶ ἀπολαμβάνουμε τὴ θεία Χάρι, τὴν πληρότητα, τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου, τὴν αἰώνια σωτηρία. Ζοῦμε ἀπὸ τὸ παρὸν στὴν αἰωνιότητα. Σκιρτᾶ καὶ ἀγάλλεται ἡ καρδιά μας. Ἔχει ἀκουσθεῖ μήπως πιὸ εὐχάριστη εἴδηση ἀπὸ αὐτὴ στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία;
Αὐτὴ ἡ χαρμόσυνη ἀγγελία, τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας, μπορεῖ νὰ γίνει γιὰ τὸν καθένα μας προσωπικὸ γεγονός· ἡ εὐφρόσυνη εἴδηση τῆς δικῆς μας σωτηρίας. Ἕνα ἐσωτερικὸ πανηγύρι, μιὰ προσωπικὴ χαρά· ἡ χαρὰ τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Μπορῶ νὰ προγεύομαι ἀπὸ τώρα τὴν οὐράνια Βασιλεία του, ὅταν εἶμαι ζωντανὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν μετέχω στὴ ζωή της, ὅταν καὶ ἡ δική μου ζωὴ δὲν εἶναι ἐπίγεια καὶ σαρκική, ἀλλὰ οὐράνια καὶ πνευματική.